SCHUBERT - GOETHE "Der Fischer" (Ο ψαράς)
Κύμα κυλάει, το κύμα σπάει·
ψαράς στην αμμουδιά
τ’ αγκίστρι σκύβει και κοιτάει
με ατάραχη καρδιά.
Μα εκεί που κάθεται και ακούει,
στα δυο το κύμα σκάει
και έξαφνα μέσ’ απ’ τους αφρούς
Νεράιδα ξεπηδάει
Του τραγουδεί και του μιλεί·
Μου σέρνεις τα παιδιά
με πονηριά και δόλωμα
στου Χάρου τη φωτιά;
Μα αν ήξερες πώς χαίρονται
τα ψάρια στα νερά,
θάπεφτες τώρα στο βυθό
να νοιώσης τη χαρά.
Δεν παίρνει ο ήλιος από εδώ
τη χάρη, τη δροσιά
και το φεγγάρι τ’αργυρό
την τόση του ομορφιά;
Δε σε μαγεύει τ’ουρανού
το χρώμα το φαιδρό;
Δε σε τραβάει μες στη δροσιά
το διάφανο νερό;
Κύμα κυλάει, το σώμα σπάει,
τα πόδια του φιλεί·
πόθο του ανάβει και θαρρεί,
η αγάπη του μιλεί.
Του τραγουδεί και όλο του λέει·
και χάνει την καρδιά.
Τραβάει και αυτή, πέφτει και αυτός,
δεν τον ξανάειδαν πιά.
Brigitte Fassbaender
Cord Garben
Σπουδή του Ferdinand Schubert για το ιδιο ποίημα/ ιδιωτική συλλογή, Ζυρίχη |
Ein Fischer saß daran,
Sah nach dem Angel ruhevoll,
Kühl bis ans Herz hinan.
Und wie er sitzt und wie er lauscht,
Teilt sich die Flut empor:
Aus dem bewegten Wasser rauscht
Ein feuchtes Weib hervor.
Sie sang zu ihm, sie sprach zu ihm:
"Was lockst du meine Brut
Mit Menschenwitz und Menschenlist
Hinauf in Todesglut?
Ach wüßtest du, wie's Fischlein ist
So wohlig auf dem Grund,
Du stiegst herunter, wie du bist,
Und würdest erst gesund.
Labt sich die liebe Sonne nicht,
Der Mond sich nicht im Meer?
Kehrt wellenatmend ihr Gesicht
Nicht doppelt schöner her?
Lockt dich der tiefe Himmel nicht,
Das feuchtverklärte Blau?
Lockt dich dein eigen Angesicht
Nicht her in ew'gen Tau?"
Das Wasser rauscht', das Wasser schwoll,
Netzt' ihm den nackten Fuß;
Sein Herz wuchs ihm so sehnsuchtsvoll
Wie bei der Liebsten Gruß.
Sie sprach zu ihm, sie sang zu ihm;
Da war's um ihn geschehn;
Halb zog sie ihn, halb sank er hin
Und ward nicht mehr gesehn.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου