Poem, Le Balcon, p. 64-65, Charles Baudelaire,
Les Fleurs du Mal, illustrations par Hallman
Published in 1946 by the Continental Book Co.,
Published in 1946 by the Continental Book Co.,
Stockholm, Baudelaire Collection
Vanderbilt University Central Library's
Vanderbilt University Central Library's
W. T. Bandy Center
Επιμέλεια: De Profundis Ya
7/8/2014
Το πρώτο ποίημα (ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ) του Charles Baudelaire, μελοποιημένο από
τον C.Debussy
από τον κύκλο τραγουδιών "5 Poèmes De Baudelaires"
Charles Baudelaire, Le Balcon
Ω εσύ, όλη μου η χαρά! όλη μου η έγνοια εσύ!
Θα τη θυμάσαι των βαθιών χαδιών την τρυφεράδα,
Τη γλύκα της φωτιάς, την αποβραδινή ομορφάδα,
Μάνα των αναμνήσεων, καλή μες στις καλές!
Τα βράδια από τη δυνατή τη θράκα φωτισμένα,
Τα βράδια από τους ρόδινους καπνούς τ΄αχνοντυμένα
Γλυκιά που μου ήτανε η καρδιά σου, ο κόρφος σου απαλός!
Πολλές φορές αθάνατα λόγια έχουμε ειπωμένα,
Τα βράδια από τη δυνατή ανθρακιά τα φωτισμένα.
Ω τι ωραίος που τα ζεστά τ' απόβραδα είναι ο ήλιος!
Πόσο βαθύ το διάστημα, τι δυνατή η καρδιά!
Γέρνοντας, ώ ποθοκρατόρισσά μου, προς εσένα,
Του αιμάτου σου έλεγα πως αναπνέω την ευωδιά.
Ω τι ωραίος που τα ζεστά τ' απόβραδα είναι ο ήλιος!
Η νύχτα όλο και γίνονταν σα φράχτης σκοτεινή,
Και μες στα θάμπη εμάντευε η ματιά μου τη ματιά σου,
Κι έπινα την ανάσα σου, ω φαρμάκια, ω γλυκασμοί!
Ενώ τα πόδια εκοίμιζες στα στοργικά μου χέρια,
Η νύχτα όλο και γίνονταν σα φράχτης σκοτεινή.
Ξέρω την τέχνη τις γλυκές στιγμές ν΄αναπολώ,
Και τα παλιά μου ξαναζώ γερτός στα γόνατά σου.
Τι, αλλού απ την τρυφερή καρδιά σου, απ΄τ΄απαλό
Κορμί σου, να ζητώ γιατί τα λαγγερά σου κάλλη;
Ξέρω την τέχνη τις γλυκές στιγμές ν΄αναπολώ!
Οι όρκοι, τα μύρα αυτά, αυτά τ΄ατέλειωτα φιλιά,
Από μιάν άβυσσο κανείς που δε θα τη μετρήσει,
Θ΄ανέβουν τάχα, όπως αφού λουστούν στους ωκεανούς,
Ξανανιωμένοι απ΄τους βυθούς τους οι ήλιοι ανεβαίνουν;
-Ω όρκοι! ω μύρα! ω ατέλειωτα φιλιά!
Μετάφραση: Κλέων Β. Παράσχος
Charles Baudelaire, 28 Ποιήματα , Γαβριηλίδης, 1999
Το ποίημα στην πρωτότυπη γλώσσα
Le Balcon
Mère des souvenirs, maîtresse des maîtresses,
Ô toi, tous mes plaisirs! ô toi, tous mes devoirs!
Tu te rappelleras la beauté des caresses,
La douceur du foyer et le charme des soirs,
Mère des souvenirs, maîtresse des maîtresses!
Les soirs illuminés par l'ardeur du charbon,
Et les soirs au balcon, voilés de vapeurs roses.
Que ton sein m'était doux! que ton coeur m'était bon!
Nous avons dit souvent d'impérissables choses
Les soirs illuminés par l'ardeur du charbon.
Que les soleils sont beaux dans les chaudes soirées!
Que l'espace est profond! que le coeur est puissant!
En me penchant vers toi, reine des adorées,
Je croyais respirer le parfum de ton sang.
Que les soleils sont beaux dans les chaudes soirées!
La nuit s'épaississait ainsi qu'une cloison,
Et mes yeux dans le noir devinaient tes prunelles,
Et je buvais ton souffle, ô douceur! ô poison!
Et tes pieds s'endormaient dans mes mains fraternelles.
La nuit s'épaississait ainsi qu'une cloison.
Je sais l'art d'évoquer les minutes heureuses,
Et revis mon passé blotti dans tes genoux.
Car à quoi bon chercher tes beautés langoureuses
Ailleurs qu'en ton cher corps et qu'en ton coeur si doux?
Je sais l'art d'évoquer les minutes heureuses!
Ces serments, ces parfums, ces baisers infinis,
Renaîtront-ils d'un gouffre interdit à nos sondes,
Comme montent au ciel les soleils rajeunis
Après s'être lavés au fond des mers profondes?
— Ô serments! ô parfums! ô baisers infinis!
Barbara Hendricks, soprano; Michel Béroff, piano.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου